facilitate$27171$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

facilitate$27171$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Facilitating; Facilitate; Facilitation (disambiguation)

facilitate      
v. ευκολύνω, διευκολύνω

Ορισμός

Facilitation
·noun The act of facilitating or making easy.

Βικιπαίδεια

Facilitation

Facilitation may refer to:

  • Facilitation (business), the designing and running of successful meetings and workshops in organizational settings
  • Ecological facilitation, the process by which an organism profits from the presence of another, such as nurse plants that provide shade for new seedlings or saplings (e.g. using an orange tree to provide shade for a newly planted coffee plant)
  • Neural facilitation, the increase in postsynaptic potential evoked by a second impulse in neurons
  • Social facilitation, the tendency for people to perform differently when in the presence of others than when alone
  • Criminal facilitation, assisting, but not participating in, the commission of a crime